Η υλιστική θεώρηση του Μαρξ
Ο Μαρξ προσπαθεί να κάνει μια ιστορική ανασυγκρότηση της νεωτερικότητας και ειδικότερα της καπιταλιστικής οργάνωσης της οικονομίας. Ως βασικό γνώρισμα του κάθε ιστορικού κοινωνικοοικονομικού συστήματος, με την υλιστική του προσέγγιση, ο Μαρξ ορίζει ότι ο τρόπος ζωής της κοινωνίας επί της ουσίας εξαρτάται από τον τρόπο παραγωγής μέσα από την οποία διαμορφώνεται η φύση και η ουσία του ανθρώπου (Ρωμανός, 2010: 64-65). Ως τρόπο παραγωγής, αναφέρεται στην μορφή και την οργάνωση της παραγωγής, δηλαδή στην άμεση παραγωγική διαδικασία ή την διαδικασία της εργασίας. Έτσι διακρίνονται ιστορικά ο ασιατικός τρόπος παραγωγής, ο δουλοκτητικός τρόπος παραγωγής, ο φεουδαρχικός, ο αστικός, ο καπιταλιστικός, ο κομμουνιστικός.
Ως συνθετικά χαρακτηριστικά του τρόπου παραγωγής διακρίνονται δυο βασικά στοιχεία. Αφενός είναι οι παραγωγικές δυνάμεις, που είναι τα εργαλεία και οι πρώτες ύλες για την παραγωγή των προϊόντων. Για τον Μαρξ, οι δυνάμεις παραγωγής είναι που καθορίζουν τις σχέσεις παραγωγής, καθώς διαφορετικά μέσα και εργαλεία απαιτούν διαφορετικές σχέσεις. Ως δυνάμεις παραγωγής αρχικά θεωρήθηκαν μόνο τα υλικά μέσα παραγωγής, αλλά ο Μαρξ αργότερα συμπεριέλαβε και την ανθρώπινη εργασιακή δύναμη ως παραγωγική δύναμη (Αντωνοπούλου, 2008: 80).
Αφετέρου είναι οι σχέσεις παραγωγής, μεταξύ των ανθρώπων που εμπλέκονται στην παραγωγ’η, όχι μόνο στο στενό επίπεδο των σχέσεων μεταξύ των εργατών στο ίδιο εργοστάσιο, ή των σχέσεων με τον εργοδότη αλλά και ευρύτερα με την καπιταλιστική κοινωνία, τους άλλους εργάτες και καπιταλιστές. Για τον Μαρξ οι κοινωνικές σχέσεις εντός της καπιταλιστικής κοινωνίας αναστρέφονται και γίνονται υλικές σχέσεις μεταξύ ανθρώπων, καθώς ο εργαζόμενος ανταλλάσσει την εργασία του ως εμπόρευμα με αντάλλαγμα το ημερομίσθιο (Αντωνοπούλου, 2008: 83).
Γνωρίσματα του καπιταλισμού
Η ατομική ιδιοκτησία εμφανίστηκε μόνο σε ορισμένες κοινωνίες και ορισμένες μορφές κοινωνικών σχέσεων, όπως ο καπιταλισμός. Η ατομική ιδιοκτησία είναι η έκφραση των σχέσεων παραγωγής, και ειδικότερα μεταξύ κεφαλαίου και μισθωτής εργασίας (Αντωνοπούλου, 2008: 84). Το κεφάλαιο, υπό τις διάφορες μορφές του, είναι το βασικό παραγωγικό μέσο. Σε αυτό περιλαμβάνονται τα υλικά μέσα παραγωγής και -εφόσον στον καπιταλισμό τα πάντα αποκτούν μια τιμή και μετρήσιμη αξία- μεταξύ των υλικών μέσων περιλαμβάνεται στο κεφάλαιο και η εργασία. Η συσσώρευση μεγάλου κεφαλαίου στα χέρια λίγων ιδιοκτητών τους δίνει δύναμη που χρησιμοποιούν για να ρυθμίσουν την αγορά και να παράγουν κέρδος (Μαρξ, 1975: 60).
Το χρήμα γίνεται το κυρίαρχο μέσο στην κοινωνία αφού πλέον δεν υπάρχει απλώς για να διευκολύνει την ανταλλαγή εμπορευμάτων αλλά για να αποτελεί το κύριο αντικείμενο συναλλαγής διαμέσου της αγοραπωλησίας εμπορευμάτων. Το χρήμα «από μια φαινομενική έκφραση της αξίας (τιμή) γίνεται μια αυτόνομη μορφή επικοινωνίας καθ’ αυτό» (Ρωμανός, 2010: 66). Το κέρδος είναι ο κύριος κινητήριος μοχλός της οικονομικής δραστηριότητας. Ενώ παλιότερα η παραγωγή γινόταν με στόχο να εξυπηρετούνται οι κοινωνικές ανάγκες των παραγωγών, στον καπιταλισμό πραγματοποιείται με βασικό σκοπό την πώληση του παραγόμενου προϊόντος στην αγορά και την δημιουργία όσο μεγαλύτερου κέρδους για τους ιδιοκτήτες των παραγωγικών μέσων.
Η μετάπτωση της κοινωνικής ζωής σε κεφάλαιο έχει ως συνέπεια την καθυπόταξη της εργατικής δύναμης στους κεφαλαιοκράτες. Η εργασία αποτελεί πλέον ένα αγαθό που πωλείται και αγοράζεται χονδρικά σύμφωνα με την ποσότητα του χρόνου που είναι απαραίτητη για την παραγωγή προϊόντων, ως ένα ποσοτικά μετρήσιμο στοιχείο. (Αρόν, 1994: 224-226). Η αξία του μισθού εξαρτάται αποκλειστικά από την αξία των εμπορευμάτων που ο εργάτης χρειάζεται για να ζήσει, δηλαδή για την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης. Με αυτό τον τρόπο ο εργάτης από άτομο μετατρέπεται απλά σε ένα από τα μέσα παραγωγής (Ρωμανός, 2010: 66). Η παροχή της εργατικής δύναμης από τη μεριά του εργάτη προς τον καπιταλιστή γίνεται χωρίς βία ή απειλή άσκησης βίας, όπως σε προηγούμενες μορφές οργάνωσης της παραγωγής, αλλά υπό την ελεύθερη και εθελούσια συμφωνία ανταλλαγής της εργασίας με χρήση. Ωστόσο ο εργάτης δεν μπορεί να κάνει διαφορετικά διαφορετικά δεν θα έχει τα μέσα επιβίωσής του (Μαρξ, 1975: 45, Ρωμανός, 2010: 67).
Στην εργασία κάτω από τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής χάνονται τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά της καθώς πλέον η εργασία υποβαθμίζεται σε απλό μέσο διατήρησης των βιοτικών αναγκών των εργατών, αντί να αποτελεί έκφραση της συνειδητότητας και της δημιουργικότητας του ανθρώπου. Αυτό είναι που ο Μαρξ χαρακτηρίζει με τον όρο αλλοτρίωση. Το προϊόν της εργασίας του εργάτη αποτελεί ένα ξένο αντικείμενο, αποσπασμένο από τον ίδιο (Μαρξ, 1975: 91-93). Παράλληλα ο εργάτης αποξενώνεται από τον εαυτό του, δηλαδή από την εργατική του ικανότητα λόγω του καταμερισμού της εργασίας. Η εργασία γίνεται απρόσωπη. Ο προσωπικός αλλά και ο κοινοτικός χαρακτήρας της εξαφανίζεται μέσα από την υποταγή σε σχέσεις που καθορίζονται ανεξάρτητα από τους εργάτες. Πέραν αυτών βέβαια, και ο ίδιος ο καπιταλιστής καταλήγει σε μία έμμεση αλλοτρίωση εφόσον ούτε ο ίδιος απολαμβάνει τα προϊόντα που παράγει αλλά τα διαθέτει στην αγορά με στόχο την αναπαραγωγή του κεφαλαίου και γίνεται δούλος της αγοράς.
Τα παραπάνω ο Μαρξ καταλογίζει στο γεγονός ότι τα μέσα παραγωγής και τα παραγόμενα προϊόντα είναι αντικείμενα ατομικής ιδιοκτησίας μιας μειοψηφίας ανθρώπων (των καπιταλιστών) και εκφράζουν μόνο τα ατομικά συμφέροντα αντί τα συλλογικά συμφέροντα της κοινωνίας (Ρωμανός, 2010: 70-71). Πάνω σε αυτό ο Μαρξ παρατηρεί ότι οι κοινωνικές σχέσεις μεταξύ των παραγωγών ουσιαστικά πραγματώνονται αποκλειστικά διαμέσου των εμπορευμάτων που ανταλλάσσουν μεταξύ τους. με αυτό τον τρόπο οι κοινωνικές σχέσεις αποκτούν έναν υλικό χαρακτήρα ενώ τα προϊόντα της εργασίας αποκτούν κοινωνικότητα.
Η αξία ενός αγαθού δεν είναι φυσικό γνώρισμα εγγενές σε αυτό αλλά μία ποιότητα που του προσδίδεται από τον άνθρωπο χρησιμοποιώντας ως μέτρο τον ποσοτικά μετρήσιμο εργατικό χρόνο που χρειάστηκε για την παραγωγή του. Αυτό είναι το μόνο κοινό μέγεθος της αξίας ενός εμπορεύματος, ενώ η αξία χρήσης είναι μη συγκρίσιμη και μη ανταλλάξιμη. Εφόσον η αξία αυτή είναι η μόνη ουσιαστικά ανταλλάξιμη, ο Μαρξ παρατηρεί ότι οι ίδιες είναι οι δυνάμεις παραγωγής αντικείμενα ατομικής ιδιοποίησης που λειτουργούν ως εμπορεύματα. Εφόσον ο καπιταλιστής θέλει να ενσωματωθεί το κέρδος του στην αξία του εμπορεύματος το παραγόμενο προϊόν αποκτά και χρηματική αξία που περιλαμβάνει και τον εργατικό χρόνο που περιέχει. Με βάση αυτό το εμπόρευμα αποκτά μια ψευδή αξία και φετιχοποιείται με τη ψευδαίσθηση ότι η πραγματική του αξία είναι η χρηματική του τιμή κατά τη στιγμή της συναλλαγής. Με αυτό τον τρόπο, το ίδιο το χρήμα γίνεται το απόλυτο οικονομικό φετίχ (Ρωμανός, 2010: 75-76).
Οι αρχές της ελευθερίας και άλλων ανθρωπίνων δικαιωμάτων απλώς μεταμφιέζουν τα συμφέροντα της αστικής τάξης, καθώς στην πράξη χρησιμοποιούνται μόνο για τη διασφάλιση του ελεύθερου εμπορίου, αποκρύπτοντας την ανισσοροπία των κοινωνικών σχέσεων παραγωγής (Ρωμανός, 2010: 60). Το σύστημα ιδεών, νοημάτων και κανόνων που συνυπάρχουν στη νεωτερική κοινωνική δομή, πράγμα που ο Μαρξ αποκαλεί ιδεολογία, αποτελεί ένα σύστημα αναπαράστασης της πραγματικότητας που δημιουργεί μία συλλογική συνείδηση και ταυτότητα που προωθούνται μέσα από αυτή την ιδεολογία. Αυτή, διαστρεβλώνει την επιβεβλημένη και αναγκαστική κατάσταση της εργασίας στην οποία συμμετέχει αναγκαστικά ο εργάτης, και στην οποία δεν μπορεί να παρέμβει. Αυτή η διαστροφή της πραγματικότητας κάνει τους υποταγμένους προλετάριους να υπακούν από μόνοι τους στην κυρίαρχη τάξη, και κάνει αποτελεσματικότερη και ευκολότερη την κυριαρχία της καπιταλιστικής τάξης χωρίς να είναι απαραίτητη η χρήση βίας (Ρωμανός, 2010: 79-80).
Το σύγχρονο κράτος εκπροσωπεί την ειδική θέληση και τα συμφέροντα της κυρίαρχης καπιταλιστικής τάξης μέσω ενός νομικού συστήματος που διασφαλίζει την ατομική ιδιοκτησία επικυρώνοντας ένα άδικο καθεστώς. Παράλληλα με τους μηχανισμούς φορολογίας αποδυναμώνει τις αντιδράσεις ενάντια στην αδικία της ατομικής ιδιοκτησίας. Επίσης δημιουργεί νόμους που προστατεύουν τη λειτουργία της ελεύθερης αγοράς διασφαλίζοντας τα συμφέροντα της αστικής τάξης ως συνόλου. Μέσα από τους κρατικούς μηχανισμούς σταθεροποιείται η ανάπτυξη της παραγωγής, δηλαδή η συνεχής και χωρίς προβλήματα αναπαραγωγή των παραγωγικών δυνάμεων και κατ’ επέκταση η εξουσία αυτών που τις κατέχουν. Τέλος, οι πολιτικές διαδικασίες δημιουργούν την ψευδαίσθηση της ελευθερίας και της συμμετοχής στην εξουσία και βοηθούν στην κυριαρχία της καπιταλιστικής τάξης. Για τους παραπάνω λόγους το σύγχρονο κράτος είναι απλώς ένα όργανο ταξικής κυριαρχίας (Ρωμανός, 2010: 78-79).
Υπέρβαση του καπιταλισμού και ανάδυση της αταξικής κοινωνίας
Ο Μαρξ υποστηρίζει ότι μελλοντικό κοινωνικοοικονομικό σύστημα είναι ο τερματισμός της ατομικής ιδιοκτησίας και ο έλεγχος των μέσων παραγωγής από τις ίδιες τις παραγωγικές δυνάμεις με συλλογικό τρόπο και ισότιμες σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Με τον τερματισμό της ατομικής ιδιοκτησίας επέρχεται και η κατάργηση των κοινωνικών τάξεων.
Αυτό το μελλοντικό κοινωνικοοικονομικό σύστημα, ο κομμουνισμός, εγκυμονείται από τον ίδιο τον καπιταλισμό, και είναι το αναγκαίο προϊόν εξέλιξής του. Ακριβέστερα, ο Μαρξ υποστηρίζει ότι ο καπιταλισμός είναι αναγκαία προϋπόθεση για την έλευση του ιστορικά αναπόφευκτου κομμουνισμού (Ρωμανός, 2010: 63). Σε αυτόν εντοπίζονται κάποια θετικά γνωρίσματα που διασφαλίζουν την πρόοδο που θα φέρει αντιμέτωπη την καπιταλιστική τάξη με το προλεταριάτο.
Ένα από τα θετικά γνωρίσματα του καπιταλισμού είναι ότι υπάρχει τεράστια δυναμική στο πεδίο της κοινωνικής και οικονομικής ανάπτυξης λόγω της τεχνολογίας και της εκβιομηχάνισης. Άλλο θετικό γνώρισμα είναι ότι μέσα στον καπιταλισμό υπάρχουν απελευθερωτικές τάσεις, καθώς ενισχύεται ο ορθολογισμός. Η γνώση προσλαμβάνεται μέσω της επιστήμης αντί της θρησκείας, και οι άνθρωποι απομακρύνονται από φραγμούς που έθετε η παράδοση. Ταυτόχρονα, οι τοπικές κοινωνίες διαλύονται οδηγώντας σε μια κοινή και παγκόσμια πορεία της ανθρωπότητας (Μαρξ, 1997: 81). Τέλος, η διάλυση των προηγούμενων στενών δεσμών μεταξύ των ατόμων οδηγεί τις κοινωνικές δραστηριότητες σε οικουμενικό επίπεδο. Οι καθολικές ανθρώπινες αξίες δημιουργούν τις προϋποθέσεις για μια οικουμενική ατομικότητα και την έλευση του οικουμενικού ανθρώπου (Ρωμανός, 2010: 84-85).
Ο καπιταλισμός είναι το σύστημα παραγωγής στο οποίο κύριος στόχος είναι η χωρίς περιορισμούς αύξηση του κεφαλαίου και της ανταλλακτικής αξίας του χρήματος. Αυτή η λογική οδηγεί και σε μία διαρκή ανάπτυξη των δυνάμεων παραγωγής με τον εκμηχανισμό της παραγωγικής δραστηριότητας και ανανέωση των παραγωγικών μέσων, εφόσον ο καπιταλιστής θέλει να αντιμετωπίσει τον ανταγωνισμό με άλλους κατόχους κεφαλαίου που παράγουν παρόμοια προϊόντα διατηρώντας το μερίδιό του στην αγορά. Ο κομμουνισμός θα έρθει ως αποτέλεσμα της όξυνσης των αντιφάσεων του καπιταλισμού, όταν η εκβιομηχανισμένη τεράστια ανάπτυξη των παραγωγικών μέσων έρθει σε σύγκρουση με το ατομικό ιδιοκτησιακό καθεστώς τους που θα έπρεπε να την περιορίσει, καθώς ο αυξανόμενος ανταγωνισμός περιορίζει το κέρδος (Μαρξ, 1975: 65-68, Αρόν, 1994: 233-235). Σε εκείνη τη στιγμή θα πρέπει να προσαρμοστούν οι παραγωγικές σχέσεις έτσι ώστε να μπορεί να συνεχιστεί η οικονομική ανάπτυξη, την οποία ο Μαρξ θεωρεί δεδομένη. Η ελαττωματική οργάνωση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, δεν οφείλεται απλά στο καθεστώς των παραγωγικών δυνάμεων αλλά ότι τα παραγωγικά μέσα αποτελούν ιδιοκτησία ενός μικρού μέρους του πληθυσμού (Ρωμανός, 2010: 61-62).
Σύμφωνα με τον Μαρξ η απεριόριστη παραγωγική ανάπτυξη είναι δυνατή μόνο μέσα από την κατάργηση των κοινωνικών τάξεων έτσι ώστε να είναι οι ίδιες οι παραγωγικές δυνάμεις αυτές που ωφελούνται από την παραγωγική ανάπτυξη (Ρωμανός, 2010: 86-87). Αυτή η υπέρβαση του καπιταλισμού και το πέρασμα στον κομμουνισμό, για τον Μαρξ δεν είναι απλά μια πιθανότητα αλλά αναπόφευκτο αποτέλεσμα για το οποίο το μόνο που θα χρειαστεί την κατάλληλη στιγμή είναι η επαναστατική δράση που θα οδηγήσει στην αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος των μέσων παραγωγής και κατά συνέπεια την κατάργηση των κοινωνικών τάξεων, ολοκληρώνοντας αυτή την αναπόφευκτη πορεία (Μαρξ, 1997: 86).
Βιβλιογραφία
- Αντωνοπούλου Μαρία (2008), Οι Κλασσικοί της Κοινωνιολογίας: Κοινωνική θεωρία και Νεότερη Κοινωνία, Αθήνα, εκδόσεις Σαββάλας
- Αρόν Ραϋμόν (1994), Η Εξέλιξη της Κοινωνιολογικής Σκέψης, τόμος Α΄, μετάφραση Μπάμπης Λυκούδης, Αθήνα, εκδόσεις Γνώση
- Μαρξ Καρλ (1975), Οικονομικά και Φιλοσοφικά Χειρόγραφα του 1844, μετάφραση Μπάμπης Γραμμένος, Αθήνα, εκδόσεις Γλάρος
- Μαρξ Καρλ (1997), Γερμανική Ιδεολογία, τόμος Α΄, μετάφραση Κώστα Φιλήνη, Αθήνα, εκδόσεις Gutenberg
- Ρωμανός Βασίλης (2010), «Η Μαρξική Κριτική της Νεωτερικότητας και το Πρόβλημα της Ορθολογικότητας της Ιστορίας», σε Σ. Μ. Κονιόρδος (επιμ.) Κοινωνική Σκέψη και Νεωτερικότητα, Αθήνα, εκδόσεις Gutenberg